SDE και UNCRC, Μέρος 2: Η εκπαίδευση ως «Υποχρεωτική»

Πηγή : https://www.self-directed.org/tp/childs-right-to-education-2/

Μετάφραση: Ρηνέτα Κύρογλου

Η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού (UNCRC) κατοχυρώνει το δικαίωμα του παιδιού για μια παιδεία φιλική και ενδυναμωτική, που επιτρέπει στο παιδί να απολαμβάνει το πλήρες φάσμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ωστόσο, το καθιστά επίσης «υποχρεωτικό». Είναι αυτό μια αντίφαση;

Η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του παιδιού (UNCRC) περιγράφει λεπτομερώς το δικαίωμα του παιδιού στην εκπαίδευση, ξεκινώντας με τις ακόλουθες λέξεις:

«1. Τα συμβαλλόμενα κράτη αναγνωρίζουν το δικαίωμα του παιδιού στην εκπαίδευση, και με σκοπό την επίτευξη αυτού του δικαιώματος, σταδιακά και με βάση την ισότητα ευκαιριών, θα πρέπει: (α) Να καταστήσουν την πρωτοβάθμια εκπαίδευση υποχρεωτική και δωρεάν διαθέσιμη σε όλους’’

[από το άρθρο 28, Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του παιδιού, Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, 1989]

Είναι εύκολο να φανταστεί κανείς πώς προέκυψε αυτή η διατύπωση. Συγκλίθηκαν τρεις πολύ διαφορετικές ατζέντες.

Τρεις διαφορετικές ατζέντες για να κάνουν την εκπαίδευση «υποχρεωτική»

Πρώτον – και κυριότερο πιστεύω – είναι ότι τα παιδιά είναι ευάλωτα και συχνά θύματα εκμετάλλευσης από αδίστακτους ενήλικες. Πώς θα εκπαιδευτεί ένα παιδί εάν οι γονείς το κρατούν στο σπίτι για να βοηθά στις δουλειές του σπιτιού, ή το στέλνουν για να κερδίζει ή να επαιτεί χρήματα; Πώς θα εκπαιδευτεί ένα παιδί εάν κανείς δεν του παρέχει πόρους ή υποστήριξη; Πώς διασφαλίζουμε ότι κάθε παιδί έχει την ευκαιρία να εκπαιδευτεί;

Δεν μπορεί να είναι προαιρετικό για τις κυβερνήσεις να παρέχουν πόρους. Δεν μπορεί να είναι προαιρετικό για τους γονείς να επιτρέπουν και να βοηθούν τα παιδιά τους να έχουν πρόσβαση σε αυτούς τους πόρους. Όταν οι κυβερνήσεις ή / και οι γονείς δεν επιθυμούν να υποστηρίξουν το δικαίωμα του παιδιού στην εκπαίδευση, πρέπει να υποχρεωθούν να το πράξουν. Ένα ορισμένο επίπεδο βασικής εκπαίδευσης πρέπει να είναι «υποχρεωτικό».

Δεύτερον, μια πολύ πιο περίπλοκη και συγκεκαλυμμένη ατζέντα. Η εκπαίδευση είναι ένα εξαιρετικό εργαλείο για πολιτισμική αφομοίωση και πλύση εγκεφάλου. Είναι διαμορφωτής πολιτών. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να εκμηδενίσει την παράδοση και να την αντικαταστήσει με αποικιακές αξίες ή κομματικές γραμμές. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την καταστολή της διαφωνίας και την συμμόρφωση. Για να επιτευχθεί αυτό, η εκπαίδευση που επιβάλλεται σε όσους πληθυσμούς θέλουμε να κυριαρχήσουμε, θα πρέπει να τυποποιηθεί και να ομογενοποιηθεί. Θα πρέπει να είναι καθολική. Μερικοί θα θέλουν να αντισταθούν, οπότε θα πρέπει να είναι υποχρεωτική.

Το τρίτο – και νομίζω το πιο ύπουλο – βασίζεται σε μια βαθιά προκατάληψη για τα παιδιά, τόσο βαθιά που τις περισσότερες φορές είναι ασυνείδητη. Δεν θέλουμε να σκεφτούμε ότι είμαστε «παιδαριώδεις», αλλά … όπως πολλοί αποικιακοί αξιωματούχοι και ιδιοκτήτες σκλάβων κάποτε πίστευαν ότι τα σκουρόχρωμα άτομα ήταν ανόητα και ανίκανα να ζήσουν δίχως καθοδήγηση, ή ωραιοποιούσαν την «ευγενή αγριότητα» των υποδουλωμένων, όπως πολλοί άντρες πίστευαν ότι οι γυναίκες ήταν ανόητες και ανίκανες, ή ότι η ενδυνάμωσή τους θα κηλίδωνε τη «θηλυκότητα» τους, πολλοί από εμάς μπορεί να νιώθουμε στην καρδιά μας ότι τα παιδιά είναι ανόητα και παρορμητικά και δεν μπορούν πραγματικά να επιλέξουν με σύνεση, καθώς και ότι η ενδυνάμωση θα χαλάσει τη «χαριτωμένη αθωότητά τους». Πιστεύουμε λοιπόν ότι τα παιδιά πρέπει να προστατεύονται – από τον εαυτό τους. Πιστεύουμε ότι πρέπει να τα αναγκάσουμε να τρώνε υγιεινά τρόφιμα αντί για σκουπίδια, και να τα αναγκάσουμε να μελετήσουν τα μαθήματά τους, διαφορετικά δεν θα μάθουν τίποτα. Τα δικαιώματα που παραχωρούμε στα παιδιά εδώ δεν είναι όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα που παραχωρούμε στους ενήλικες. Μοιάζουν περισσότερο με τα δικαιώματα των ζώων. Σκοπό έχουν να τα «προστατεύσουν», όχι να τα ενδυναμώσουν.

Η σύγκλιση αυτών των τριών θεματολογίων στην κατάρτιση της «υποχρεωτικής» εκπαίδευσης οδηγεί σε δύο πολύ διαφορετικές κοινές ερμηνείες του άρθρου 28.

Διαφορετικές ερμηνείες του «Υποχρεωτικού».

Από τη μία πλευρά, το «υποχρεωτικό» συχνά θεωρείται ότι υποχρεώνει το κράτος και τον γονέα να παρέχουν πόρους και ευκαιρίες στα παιδιά για το δικαίωμά τους στην εκπαίδευση. Θα μπορούσε (και ίσως θα έπρεπε) να αναδιατυπωθεί ως “κάθε κυβέρνηση και γονέας πρέπει να διασφαλίσουν ότι κάθε παιδί έχει ελεύθερη και απεριόριστη πρόσβαση σε εκπαιδευτικούς πόρους καλής ποιότητας, και κανένα άτομο, φανερά ή κρυφά, δεν θα παρέμβει ή θα εμποδίσει οποιοδήποτε παιδί να έχει δικαίωμα στην εκπαίδευση ” .

Από την άλλη πλευρά, το “υποχρεωτικό” θεωρείται συχνά ότι αναγκάζει το παιδί να παρακολουθήσει και να συμμορφωθεί με την επιβαλλόμενη εκπαίδευση, στερώντας του την επιλογή. Επισημαίνω την πρώτη ερμηνεία ως «αποδεκτή» και τη δεύτερη ως «προβληματική» και αυτό μπορεί να ερμηνευθεί ως απλά και μόνο δική μου προκατάληψη, εκτός κι εάν προεκτείνουμε και εξετάσουμε τα αποτελέσματα της κάθε ερμηνείας.

Όταν ερμηνεύουμε το «υποχρεωτικό» ως την υποχρέωση του κράτους και του γονέα να υποστηρίζουν το παιδί στο δικαίωμα του στην εκπαίδευση, το μόνο πρόβλημα που προκύπτει είναι πρακτικό: πώς αυτό θα το εφαρμόσουμε και θα το επιτηρήσουμε;

Όταν ερμηνεύουμε το «υποχρεωτικό» ως την υποχρέωση του παιδιού να παρακολουθεί και να συμμορφώνεται με την επιβαλλόμενη εκπαίδευση, η εφαρμογή και η επιτήρηση γίνονται πολύ πιο εύκολες, αλλά προκύπτουν ορισμένα άλλα προβλήματα, σοβαρότερα.

Το αποτέλεσμα της εσφαλμένης ερμηνείας της λέξης ‘’υποχρεωτική’’.

Το πιο προβληματικό σημείο της ερμηνείας της λέξης «υποχρεωτικό» με τον δεύτερο τρόπο είναι η εσωτερική αντίφαση που προκύπτει στην UNCRC. Εάν το καταστήσουμε υποχρεωτικό για τα παιδιά να παρευρεθούν και να συμμορφωθούν με την επιβαλλόμενη εκπαίδευση παρά τη θέλησή τους, τότε υπονομεύεται η ακεραιότητα και η νομιμότητα ολόκληρης της UNCRC, καθιστώντας τα δικαιώματα των παιδιών μια ανοησία.

“Η αμφισημία (doublespeak) σκοτώνει σκόπιμα, μεταμφιέζει, παραμορφώνει ή αντιστρέφει την έννοια των λέξεων.” – Ορισμός της Wikipedia. Το να κάνεις οποιοδήποτε «δικαίωμα» «υποχρεωτικό», με την έννοια ότι αναγκάζεις ένα άτομο να εκπληρώσει το δικαίωμά του με έναν συγκεκριμένο τρόπο, είναι αμφίσημο. Παύει να είναι δικαίωμα και γίνεται αντ’ αυτού ένα εργαλείο αυταρχικού ελέγχου. Ακόμη και το ίδιο το δικαίωμα στη ζωή δεν μπορεί να καταστεί «υποχρεωτικό». Έχουμε αναγνωρίσει ότι κάθε άτομο με υγιές μυαλό μπορεί να αρνηθεί τη σωτηρία μιας θεραπείας, ενώ οι νόμοι που ποινικοποιούν την αυτοκτονία θεωρούνται παρωχημένοι και καταργούνται. Εάν πάρουμε κάποιο ενήλικο δικαίωμα και το κάνουμε «υποχρεωτικό», με τον τρόπο που η επιβαλλόμενη σχολική εκπαίδευση έχει γίνει «υποχρεωτική» για τα παιδιά, η αμφισημία γίνεται προφανής:

Έχετε το δικαίωμα στην τροφή και θα είστε υποχρεωμένοι να τρώτε σε ένα κυλικείο της κυβέρνησης κάθε μέρα της εβδομάδας και να ζυγίζεστε εβδομαδιαίως, ώστε να μπορείτε να παρακολουθείτε την πρόσληψη θερμίδων. Εντάξει?

Έχετε το δικαίωμα στην ελευθερία του λόγου και θα είστε υποχρεωμένοι να μιλάτε δημόσια τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα και ένας ψυχολόγος θα εκτιμήσει εάν μιλάτε με αυθεντική αυτο-έκφραση. Εντάξει?

Αυτά τα παραδείγματα είναι γελοία. Ας δοκιμάσουμε έναν πιο άμεσο παραλληλισμό.

“(1) Ο καθένας έχει το δικαίωμα στην εκπαίδευση … Η στοιχειώδης εκπαίδευση είναι υποχρεωτική.” Άρθρο 26, Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, 10 Δεκεμβρίου 1948

Έτσι, οι αναλφάβητοι ενήλικες που δεν έχουν ολοκληρώσει τη στοιχειώδη εκπαίδευση μπορούν να υποχρεωθούν από το νόμο να παρακολουθήσουν μαθήματα εκπαίδευσης ενηλίκων, σωστά; Μπορούμε να τους κρατήσουμε μακριά από τη σταδιοδρομία και τα χόμπι τους έως ότου περάσουν τις εξετάσεις τους. Εντάξει? Όχι! Φυσικά και όχι!

Το γκούγκλαρα για να μάθω αν αυτό συνέβη ποτέ, και στη μόνη τεκμηριωμένη περίπτωση που μπορούσα να βρω, στο The Rise of the Taliban στο Αφγανιστάν ο συγγραφέας Ν. Nojumi λέει ότι ο (πολύ αυταρχικός) τρόπος με τον οποίο έγινε «κούρασε πολλούς ενήλικες μαθητές, με αποτέλεσμα να αποσυρθούν από την ιδέα να συνεχίσουν την εκπαίδευσή τους’’. Εάν μπορούμε να δούμε ότι η νόμιμη επιβολή μιας πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για τους ενήλικες δεν είναι αποδεκτή, γιατί θεωρούμε αποδεκτό να το κάνουμε στα παιδιά;

Η εσφαλμένη ερμηνεία της λέξης «Υποχρεωτική» ξετυλίγει τα δικαιώματα των παιδιών.

Υπάρχει μόνο ένας τρόπος για να επιλυθεί η φαινομενική αντίφαση: πρέπει να υποθέσουμε ότι τα παιδιά δεν πρέπει να θεωρούνται πλήρεις άνθρωποι και ότι τα δικαιώματά τους δεν είναι ίδια με των ενηλίκων. Το σιωπηρό μήνυμα είναι ότι δεν πρέπει να χρησιμοποιούμε την UNCRC με την ονομαστική της αξία, αλλά να την αντιμετωπίσουμε ως αμφισημία. Αυτό ακριβώς έχω δει στην πράξη. Έχω ακούσει να λένε στα παιδιά σχεδόν κατά λέξη: «Τα δικαιώματα έχουν και ευθύνες. Έχετε το δικαίωμα στην εκπαίδευση, επομένως έχετε την ευθύνη να υπακούσετε στον δάσκαλο και να κάνετε όλη τη δουλειά που σας έχει δοθεί, είτε το θέλετε είτε όχι».

Αμφισημία: Λέμε ότι τα παιδιά έχουν δικαιώματα, αλλά εννοούμε στην πραγματικότητα ότι οι ενήλικες έχουν έναν νέο, πολιτικά σωστό τρόπο να χειρίζονται τα παιδιά σύμφωνα με τη βούλησή τους.

Και από εκεί, ξετυλίγεται ολόκληρη η UNCRC. Χρησιμοποιώντας αυτό το όπλο «υποχρεωτικής» εκπαίδευσης, μπορούμε (και το κάνουμε) να υπονομεύουμε όλα τα δικαιώματα των παιδιών που έχουν να κάνουν περισσότερο με την ενδυνάμωση παρά με την προστασία τους. Τα αναγκάζουμε να «μάθουν» από οποιονδήποτε ενήλικα ορίζουμε εμείς, τους απαγορεύουμε να επικοινωνούν με τους συνομηλίκους τους για το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας, πλήττουμε την ελευθερία της σκέψης, της πίστης και της έκφρασής τους ελέγχοντας αυστηρά τι θα μελετήσουν και τα τιμωρούμε όταν δίνουν οποιαδήποτε άλλη απάντηση εκτός από αυτές που ‘’συνταγογραφούμε’’.

Σακατεύουμε το δικαίωμά τους στο παιχνίδι, δίνοντάς τους μεγάλες σχολικές ώρες, λίγο ή και καθόλου διάλειμμα, και πολλές εργασίες για το σπίτι. Αγνοούμε εντελώς το δικαίωμά τους να έχουν λόγο στις αποφάσεις που τα επηρεάζουν, αναγκάζοντάς τα να μάθουν όλα τα ‘’πού, πότε, τι, πώς, για πόσο καιρό και με ποιον’’ τους λέμε. Όλα αυτά είναι μια ολισθηρή επιστροφή στις πρακτικές όπου παραδοσιακά τα παιδιά δεν έχουν δικαιώματα.

Επομένως, στην επιβαλλόμενη σχολική εκπαίδευση, όπου τα δικαιώματα των παιδιών αποκλείονται σιωπηρά και εμπεριστατωμένα με αυτόν τον τρόπο, βλέπουμε την κατάχρηση να μπαίνει στα σχολεία. Όταν τα παιδιά είναι αδύναμα, τα δικαιώματά τους είναι αμφίσημα και δεν έχουν πραγματική φωνή, οι ενήλικες μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν χωρίς να λογοδοτούν. Παιδιά με χειροπέδες στα κιγκλιδώματα για χρήση κινητών τηλεφώνων χωρίς άδεια (ΗΠΑ). Παιδιά που αναγκάστηκαν να κάνουν σεξ με έναν δάσκαλο για να πάρουν προβιβάσιμο βαθμό (Νότια Αφρική).

Σε ένα έγγραφο που αποσκοπεί στο να διευκρινίσει τι σημαίνουν τα άρθρα 28 και 29 σχετικά με την εκπαίδευση στην UNCRC, αναφέρει ότι «τα παιδιά δεν χάνουν τα ανθρώπινα δικαιώματά τους όταν περνούν από τις πύλες του σχολείου». – Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του παιδιού (CRC), Γενικό σχόλιο αριθ. 1 (2001), άρθρο 29 παράγραφος 1, Οι στόχοι της εκπαίδευσης, 17 Απριλίου 2001.

Ωστόσο, όταν ερμηνεύουμε το «υποχρεωτικό» ωσάν να σημαίνει ότι αναγκάζουμε τα παιδιά να παρακολουθήσουν και να συμμορφωθούν με την επιβαλλόμενη εκπαίδευση παρά τη θέλησής τους, εκεί ακριβώς καταλήγουμε.

Πρέπει να προωθήσουμε την ευαισθητοποίηση γύρω από την Αυτο-Κατευθυνόμενη Μάθηση (SDE) .

Είναι σαφές ότι η ερμηνεία του «υποχρεωτικού» σχολείου, όπως έχει επιβληθεί, είναι μια παρανόηση. Ή αλλιώς, δεν έχει κανένα νόημα να έχουμε την UNCRC. Γιατί λοιπόν τόσοι πολλοί υποστηρικτές των δικαιωμάτων των παιδιών και υπεύθυνοι εκπαιδευτικής πολιτικής ακολουθούν αυτήν την παρερμηνεία, υποθάλποντας έτσι την επιβαλλόμενη σχολική εκπαίδευση για τα παιδιά;

Γιατί οι δείκτες ανάπτυξης της χιλιετίας διατυπώνονται με αυτόν τον αυτοκαταστροφικό τρόπο, συγχέοντας την εκπαίδευση με το σχολείο και δίνοντας προτεραιότητα στην «εγγραφή» και στην «παρακολούθηση»;

Γιατί οι φτωχές και αναπτυσσόμενες χώρες πιέζονται να σπαταλήσουν χρήματα σε αίθουσες διδασκαλίας, γραφεία και βιβλία που δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά, ενώ αποτελεσματικές, προσιτές λύσεις, φιλικές προς τα παιδιά, όπως λέσχες ανάγνωσης και βιβλιοθήκες παιχνιδιών αντιμετωπίζονται ως «έξτρα» πολυτέλειες;

Οι περισσότεροι υποστηρικτές των δικαιωμάτων των παιδιών σίγουρα δεν είναι «παιδαριώδεις» ή υποστηρίζουν τις παλιές αποικιακές ατζέντες πολιτιστικής εξάλειψης. Τότε γιατί? Με απλά λόγια, ως επί το πλείστον δεν γνωρίζουν πραγματικά για το SDE. Συχνά, το μόνο που γνωρίζουν είναι η επιβαλλόμενη σχολική εκπαίδευση. Υποθέτουν ότι είναι «εκπαίδευση».

Πολλοί από αυτούς αγωνίζονται, προσπαθώντας απεγνωσμένα να βρουν τρόπους να συμφιλιώσουν το δικαίωμα του παιδιού στην εκπαίδευση με το δικαίωμα του παιδιού να παίζει – απλώς και μόνο επειδή δεν έχουν δει ακόμα τα στοιχεία: ότι το ατελείωτο «παιχνίδι» σε ένα εκπαιδευτικά πλούσιο περιβάλλον προσφέρει όλα όσα το παιδί χρειάζεται για να εκπληρώσει το δικαίωμά του στην εκπαίδευση. Δεν γνωρίζουν ότι υπάρχει ήδη μια μορφή εκπαίδευσης που ενσωματώνει πλήρως κάθε δικαίωμα που κατοχυρώνεται στην UNCRC. Χωρίς σύγκρουση και χωρίς συμβιβασμούς ενός δικαιώματος για χάρη ενός άλλου. Μια μορφή εκπαίδευσης που τα παιδιά αγαπούν και αγκαλιάζουν φυσικά, όπως η αναπνοή. Στην οποία δεν αντιστέκονται και δεν αποφεύγουν, γιατί συμβαδίζει με το πάθος τους.

Μια μορφή εκπαίδευσης όπου τα συμφέροντα του παιδιού εξυπηρετούνται μέσω της επιλογής του παιδιού. Μια μορφή εκπαίδευσης που προήλθε από μια βαθιά αναγνώριση των δικαιωμάτων των παιδιών, ακόμη και πριν από τη σύνταξη της UNCRC.

Μια μορφή εκπαίδευσης που είναι, στην ουσία της, μια πρακτική εφαρμογή ολόκληρης της UNCRC. Είναι τόσοι πολλοί που δεν γνωρίζουν για την SDE. Ας τους πούμε τα καλά νέα!